- άκυκλες ή αλειφατικές ή λιπαρές ενώσεις
- Οργανικές χημικές ενώσεις που στο μόριό τους δεν υπάρχουν κλειστές αλυσίδες ατόμων άνθρακα (π.χ. μεθάνιο CH4, αιθάνιο CH3-CH3, βουτάνιο CH3–CH2–CH2–CH3 κλπ.).
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αλειφατικές ενώσεις — ή άκυκλες ή λιπαρές, οι Χημ. όλες οι οργανικές χημικές ενώσεις στις οποίες τα άτομα συνδέονται μεταξύ τους έτσι ώστε να σχηματίζουν ανοιχτή αλυσίδα και όχι κλειστό δακτύλιο. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. aliphatic compounds … Dictionary of Greek